Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ - Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΛΕΙ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΤΩΝ ΟΥΡΛΙΑΧΤΩΝ ΕΚΕΙΝΩΝ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΜΕΙΣ!

Κάποιοι ίσως ακόμα να νομίζουν ότι μόνο οι καθολικοί βασάνιζαν. Ήρθε η ώρα λοιπόν να μάθουμε κι αυτή την πλευρά της ιστορίας που με δόλο, στα σχολεία, μας απέκρυψαν! Το Βυζάντιο δεν έλαμπε από τις ουράνιες και αστράπτουσες θεϊκές ακτίνες αλλά μάλλον ήταν τόπος σκοτεινός και για τους περισσότερους μαρτυρικός, που αν ήσουν αρτιμελής μάλλον είχες την τύχη με το μέρος σου...

Αν ο αναγνώστης, για τα βασανιστήρια και τις θανατώσεις που επέβαλλε η Ιερή Εξέταση στη Δύση, ένιωσε απέχθεια και οργή, οι κατακρεουργήσεις και οι βίαιες θανατώσεις στο Βυζάντιο, θα’ πρεπε να του δημιουργήσουν αποτροπιασμό για το ανθρώπινο γένος.
Από την αυγή του, το Βυζάντιο, νομοθετικά, υιοθέτησε την καθεστηκυία τάξη της προχριστιανικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, παραχωρώντας στους επισκόπους της νέας θρησκείας δικαστικές εξουσίες που οι τελευταίοι εκμεταλλεύτηκαν για να εξοντώσουν τους αντιπάλους τους. Διαιωνίζοντας τα βίαια θεάματα του ιπποδρόμου, το Βυζάντιο εντάσσει τους ακρωτηριασμούς, τις εκτυφλώσεις και τον αγωνιώδη θάνατο στην ποινική της νομοθεσία.
Η εικόνα στο Βυζάντιο με τους ακρωτηριασμούς θα πάρει μεγάλη έκταση τον επόμενο αιώνα που ο Ιουστινιανός θα αναγκαστεί με νόμο να προτρέψει «μίαν μόνον χείρα τέμνεσθαι» προκειμένου να αποτρέψει την αποτρόπαιη εικόνα των αναπήρων και το οικονομικό κόστος που, τέτοιες αναπηρίες, επέφεραν στο κράτος!
Δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρεθεί κανείς με κατηγορία που επέσυρε τον ακρωτηριασμό.
Περπατούσε κανείς στους δρόμους του Βυζαντίου και έβλεπε παντού το ίδιο θέαμα. Ανάπηρους με κομμένα χέρια και πόδια, τυφλούς να αιμορραγούν απ’ τις κόγχες των ανύπαρκτων ματιών τους. Ανθρώπους τέρατα, χωρίς γλώσσα, μύτη και αυτιά, κλαδεμένους σαν δέντρα και μαζεμένους από τρόμο και πανικό.
Από τη ρινότμηση, σαν τη συνηθέστερη καταδικαστική ποινή του Βυζαντίου δεν απέφυγαν ούτε αυτοκράτορες. Με αφορμή τον Ιουστινιανό Β΄ το Ρινότμητο, είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε μια παρένθεση.
Ο επονομαζόμενος Ιουστινιανός Β΄ ο Ρινότμητος (688-695) στιγματίστηκε από το λαό της Κωνσταντινούπολης που εξεγέρθηκε από τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Καλλίνικο και τον πατρίκιο Λεόντιο που πήρε βίαια και ύπουλα το θρόνο. Παρά τη βαθιά πίστη του Ιουστινιανού στο χριστιανισμό και την Εκκλησία, η τελευταία με μίσος τον καταδίωξε όταν ο αυτοκράτορας θέλησε να προστατέψει τη μικρή αγροτική ιδιοκτησία των πολιτών σε βάρος των οικονομικά ισχυρών γαιοκτημόνων που έθιγε παράλληλα και την περιουσία της Εκκλησίας. Με αφετηρία την Αγία Σοφία και πατριαρχικό σύνθημα «Αυτή η ημέρα ην εποίησεν ο κύριος», ο λαός της Κωνσταντινούπολης υπέβαλλε στον Ιουστινιανό την ταπεινωτική για αυτοκράτορα ποινή, κόβοντας τη μύτη του. Τους συνεργάτες του, Στέφανο και Θεοδόσιο, αφού τους έσυραν μέχρι το χάλκινο ομοίωμα βοδιού στην ομώνυμη πλατεία, τους έψησαν ζωντανούς, βάζοντας φωτιά κάτω απ’ το μνημείο, στο οποίο κρύφτηκαν για να σωθούν.
Τα βασανιστήρια και οι βάναυσοι θάνατοι δεν είχαν τελειωμό. Ούτε η φαντασία των σαδιστών δεν μπορούσε να διανοηθεί, τι επινόησαν οι αντιμαχόμενες ομάδες της εικονομαχίας που μόλις τότε άρχιζε. Το πρόβλημα του μονοφυσιτισμού βρισκόταν ακόμα σε έξαρση και η αίρεση των Παυλικιανιστών ακόμα δεν είχε εμφανιστεί!
Ο θρησκευτικός φανατισμός προκαλεί μεγαλύτερο μίσος και οι αντιμαχόμενοι, ο καθένας από τη μεριά του, θεωρώντας ότι είναι δούλος του θεού το έργο που αναλάμβανε αναγνωριζόταν σαν θεάρεστη πράξη. Όπως και στη Δύση έτσι και εδώ, η Εκκλησία όχι μόνο δεν αντιδρούσε αλλά σύμφωνα με αυτές τις τιμωρίες προσπαθούσε να δικαιολογήσει τη θέση της έχοντας την κάλυψη της Καινής Διαθήκης.
«Και όποιος σκανδαλίσει αυτούς, που πιστεύουν σε μένα, τον συμφέρει καλύτερα να δέσει μια μυλόπετρα γύρω από το λαιμό του, και να ριχτεί στη θάλασσα. Και αν το χέρι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το, είναι καλύτερο σε σένα να μπεις μέσα στη ζωή κουλός, παρά έχοντας τα δύο χέρια να πας στη γέεννα, που η φωτιά της δε σβήνει ποτέ. Και αν το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το, είναι καλύτερο σε σένα να μπεις μέσα στη ζωή κουτσός, παρά έχοντας τα δύο πόδια να ριχτείς στη γέεννα, στη φωτιά που δε σβήνει ποτέ. Και αν το μάτι σου σε σκανδαλίζει, βγάλε το, είναι καλύτερο σε σένα να μπεις μέσα στη βασιλεία τού Θεού μονόφθαλμος, παρά έχοντας δύο μάτια να ριχτείς στη γέεννα της φωτιάς, που η φωτιά δε σβήνει ποτέ. Επειδή, καθένας θα αλατιστεί με φωτιά, και κάθε θυσία θα αλατιστεί με αλάτι. Το αλάτι είναι καλό, αν όμως το αλάτι γίνει ανάλατο με τι θα το αρτύσετε; Να έχετε αλάτι μέσα σας, και να ειρηνεύετε μεταξύ σας.»
Αλήθεια, τι σοφία!
Έτσι η Εκκλησία αντιλαμβανόταν την Ειρήνη στις διαμάχες της με όποιον δε συμφωνούσε μαζί της.
Από την αγαπημένη Βυζαντινή καταδίκη της αποκοπής της μύτης, της εκτύφλωσης και της διαπόμπευσης στους δρόμους της Πόλης και του Ιππόδρομου, δε γλίτωσαν ούτε πατριάρχες ούτε αυτοκράτορες και στρατηγοί.
Η πυρά δεν ήταν άγνωστη στο Βυζάντιο. Στην πυρά έριχναν συνήθως μάγους και αιρετικούς πολύ νωρίτερα από τη Δύση. Πρώτα φούντωνε καλά η φωτιά εν’ όσο αυτοί βασάνιζαν το θύμα και στη συνέχεια τους έριχναν μέσα, γίνοντας παρανάλωμα του πυρός σε λίγα δευτερόλεπτα.
Όμως η αποκοπή της μύτης και η εκτύφλωση με αιχμηρό ή πυρακτωμένο σίδερο δεν ήταν μόνο πολυώδυνη, αλλά κρατούσε μια ολόκληρη ζωή καταδικάζοντας το θύμα ισοβίως. Η ζωή του γινόταν μαρτύριο γιατί, ούτε ο ίδιος μπορούσε να αντιμετωπίσει την ασχήμια ούτε οι άλλοι μπορούσαν να τον αντικρίσουν. Έπρεπε ισοβίως να κρύβει με ένα πανί το ακρωτηριασμένο μέρος του προσώπου του (τυφλοπάνι, ρινοπάνι).
Η αποτρόπαιη πράξη του Βασίλειου Β΄, του επιλεγόμενου Βουλγαροκτόνου, (976-1025) στιγματίζει και αμαυρώνει την πολιτική του Βυζαντίου ακόμα πιο πολύ τυφλώνοντας 15000 στρατιωτικούς αιχμαλώτους του Σαμουήλ.
Όταν ο τελευταίος είδε την κτηνωδία του Βασίλειου, έπαθε τέτοιο κλονισμό που πέθανε αμέσως. Τέτοια η θηριωδία των χριστιανών ηγετών, λες και δεν είχαν ψυχή μέσα τους!
Όπως και να έχει, στο Βυζάντιο, ο εκτυφλωτισμός ήταν μια μικρή ποινή μόνο και στα χρόνια του Ανδρόνικου Α΄ του Κομνηνού (1183-1185) επιβαλλόταν για ψύλλου πήδημα, τόσο που σύμφωνα με το χρονογράφο Νικήτα Χωνιάτη, ο αυτοκράτορας αυτός ονομάστηκε «Μισοφαής» δηλαδή αυτός που μισεί το φως. Ήταν τόσο το μίσος του λαού για τον άνθρωπο αυτό, που όταν η αυτοκρατορία, κάτω από την απειλή των Νορμανδών αναταράχτηκε, ξεσηκώθηκαν με την υποστήριξη του Ισαάκιου Β΄ του Άγγελου (1185-1195) κατακτώντας το θρόνο.
Ο Ανδρόνικος πιάστηκε και βασανίστηκε φριχτά για μια βδομάδα. Αφού του μάδησαν γένια και μαλλιά, του ξερίζωσαν τα δόντια, του έκοψαν με τσεκούρι το δεξί του χέρι και αφού του έβγαλαν το μάτι τον πέταξαν για μια βδομάδα σε μια σκοτεινή φυλακή. Όταν βγήκε από τη φυλακή, έμελλε να αντικρίσει τη φρίκη κατάματα, αν και χωρίς μάτια, γιατί εντωμεταξύ μέσα στη φυλακή, του έβγαλαν και το άλλο.
Τον διαπόμπευσαν στους πολυσύχναστους δρόμους της Πόλης πάνω σε μια ψωραλέα καμήλα, σαν έρμαιο και αξιολύπητο πλάσμα που τον λυπήθηκαν ακόμα και οι εχθροί του. Όχι όμως και οι φανατισμένοι χριστιανοί που λοιδορώντας ξεσπούν επάνω του με ρόπαλα, σουβλιά και κάθε λογής ακαθαρσίες που εκσφενδονίζουν επάνω του. Όταν έφτασαν στον Ιππόδρομο τον κρέμασαν από τα πόδια και τον βασάνισαν ανελέητα, κόβοντας κομμάτια σάρκας από το ταλαιπωρημένο του σώμα. Τέλος του έχωσαν ένα μακρύ σπαθί στο στόμα και τον αποτελείωσαν!
Τόσο άξεστη και εξαχρειωμένη ήταν η ηγεσία του Βυζαντίου που η μεγαλοστομία του Ευσέβιου ότι ο αγώνας των χριστιανών δικαιώθηκε και το Βυζάντιο αποτελεί ιερό ναό αρετής, φαντάζει εξωπραγματική και γελοία. Υποτίθεται πως ο χριστιανισμός επικράτησε για να εξευγενίσει ηθικά τον άνθρωπο και να αντισταθεί στον εξευτελισμό του, κτίζοντας επί γης έναν κόσμο αρετής, αντάξιο του αίματος των μαρτύρων του, που έδωσαν τη ζωή τους για να την κερδίσουν οι πιστοί.
Όπως γράφει και ο Κυριάκος Σιμόπουλος «Τίποτε δεν έχει αλλάξει στο πέρασμα των αιώνων. Η βία της εξουσίας, η θηριωδία των εμπολέμων, οι γενοκτονίες και οι βασανισμοί, οι ομαδικές και ατομικές ωμότητες, η εκμηδένιση και ο εξευτελισμός του ανθρώπου. Ένας κρίκος στη διαχρονία της φρίκης και του αίματος το Βυζάντιο».
«Τώρα μέσα στα ανάκτορα δεν ακούγονται πλέον όπως πριν μωρολογίες αθέων ανδρών» έγραφε ο Ευσέβιος και εμείς θα συμπληρώναμε ότι τώρα πολιτική και θρησκευτική ηγεσία με τους δήμιους τους πανηγυρίζουν εν μέσω μηχανορραφιών και σκανδάλων το θρόνο τους, πατώντας πάνω σε ρυάκια αίματος και κωφεύοντας στις απεγνωσμένες κραυγές πόνου των ανυπεράσπιστων θυμάτων τους.
Ξεφωνίζουν, πλαντάζουν από δυστυχία και φρίκη, εκλιπαρούν και απλώνουν τα χέρια στο μέλλον.
Πόσοι από μας μπορούν να τους αγγίξουν;
Η ιστορία θέλει αποδέκτες των ουρλιαχτών εκείνων να είμαστε εμείς!
ΠΗΓΗ: Απόστολος Λυμπερίδης "ΧΑΛΚΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ" Εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου